↵
Η διάνοιξη του ισθμού της Κορίνθου ήταν μείζον θέμα από την αρχαιότητα. Ο πρώτος που ήθελε να το επιχειρήσει ήταν ο τύραννος της Κορίνθου Περίνδρος περίπου το 602 π.Χ. Δυστηχώς, είτε λόγω οικονομικών είτε λόγο τεχνικών δυσκολιών είτε λόγο ενός χρησμού που είχε πάρει, κατέφυγε στη λύση της διολκού.
Άλλωστε, εκείνη την εποχή, η Κόρινθος ήταν μεγάλο εμπορικό, πολιτιστικό και ναυτικό κέντρο. Τα διόδια που πλήρωναν στη διολκό ήταν το κύριο έσοδο της πόλης και έτσι εγκατέλειψε το μεγαλεπίβολο σχέδιο του.
Μπορεί ο Περίανδρος να ήταν ο πρώτος που οραματίστηκε αυτό το έργο αλλά δεν ήταν ο μόνος. Το 307 π.Χ, τρείς αιώνες αργότερα, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, φέρνοντας αιγύπτιους μηχανικούς, έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο του. Οι μηχανικοί του φέροντας καταστροφικές συνέπειες στη διάνοιξη της διώρυγας για τις γύρο περιοχές λόγο της διαφοράς στάθμης των θαλασσών. Έτσι, το σχέδιο για άλλη μια φορά εγκαταλείφθηκε. Ομοίως το επιχείρησαν ο Καλιγούλας, ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Νέρωνας και είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. Μόνο ο τελευταίος, το 67 π.Χ. χρησιμοποιώντας χιλιάδες εργάτες προχώρησε 3300 μ. Δυστηχώς, σταμάτησε ότν ο Νέρωνας επέστρεψε αναγκαστηκά στη Ρώμη για να έρθει αντιμέτωπος με την εξέγερση του στρατηγού Γάλβα και αργότερα με το θάνατό του, οι εργασίες σταμάτησαν. Ακόμα, ο Ηρώδης ο Αττικός, οι Βυζαντινοί, οι Ενετοί και πολύ αργότερα ο Ιωάννης Καποδίστριας, όλοι εγκατέλειψαν την προσπάθεια για οικονομικούς, στρατιωτικούς ή τεχνικούς λόγους.
Η μεγάλη απόφαση πάρθηκε μετά τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ. Αφού πρώτα το ελληνικό κράτος είχε απορρίψει κρίνοντας ανεδαφικές τις προτάσεις του Λ. Λυγούνη (1852) και του Γάλλου μηχανικού Grimant De Caux (1862). Το 1869, η κυβέρνηση Ζαϊμη, μελετώντας τα πλεονεκτήματα αυτού του έργου και έχοντας σαν σύμμαχο της όλα τα τεχνολογικά και οικονομικά μέσα, έδωσε το πράσινο φως. Οι εργασίες άρχισαν το 1882 στις 23 Απριλίου. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από τον Ούγγρο Gerfer (διώρυγα του Φραγκίσκου, Ουγγαρία) και ελέγχθηκε από το μηχανικό Daujats (διώρυγα Σουέζ). Οι μηχανικοί κινήθηκαν στα “χνάρια” που είχε χαράξει ο Νέρωνας θεωρώντας την ως οικονομικότερη και σωστότερη λύση.
Για 8 χρόνια γινόταν εργασίες μέχρι που διακόπηκαν λόγο εξαντλήσεως των κεφαλαίων της εταιρείας και τελικά έκλεισε. Συνέχεια στο όραμα έδωσε η ελληνική εταιρεία ” Εταιρεία της Διώρυγας της Κορίνθου” υπό τον Α. Συγγρό. εργάστηκαν 2.500 άτομα με τα καλύτερα μηχανήματα της εποχής. Το έργο διήρκησε 11 χρόνια κάνοντας εγκαίνια 25 ιουλίου του 1893. Έχει μήκος 6.346 μ., πλάτος στην επιφάνεια της θάλασσας 24,6 μ., στο βυθό 21,3 μ., έχει βάθος 7,5-8 μ. και εξορύχθηκαν 12 εκατ. κυβικά μέτρα.
Η γεωλογική δομή του εδάφους είναι ανομοιόμορφηκαι έχει ως συνέπεια την κατάπτωση μεγάλων όγκων χωμάτων. Η διώρυγα έχει κλείσει πολλές φορές και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Το 1944 ήταν και το μεγαλύτερο διάστημα που έμεινε κλειστή λόγο της ανατίναξης που προκάλεσαν οι Γερμανοί στα πρανή της και τη ρίψη σιδηροδρομικών οχημάτων. 60.000 κυβικά μέτρα κατέπεσαν στη διώρυγα. Οι εργασίες επισκευής κράτησαν 5 χρόνια (1944-1949).
Σήμερα, εξυπηρετεί τουλάχιστον 13.000 πλοία ετησίως διαφόρων εθνικοτήτων.
120 χρόνια Διώρυγα της Κορίνθου: Ένωσε την Ελλάδα «χωρίζοντάς» την
Άργησε….2000 χρόνια, αλλά η ιστορία πλέον μπορεί να διαβεβαιώσει ότι άξιζε τον κόπο… Στις 25 Ιουλίου συμπληρώθηκαν 120 χρόνια από τα εγκαίνια της Διώρυγας της Κορίνθου η οποία για περισσότερο από έναν αιώνα, συνδέει τις δύο θάλασσες του Σαρωνικού και του Κορινθιακού και αποτελεί σημείο αναφοράς για ολόκληρες γενιές Ελλήνων και εκατομμύρια τουριστών. Η διάνοιξή του Ισθμού αποτέλεσε από την αρχαιότητα μείζον θέμα, καθώς θα έλυνε πολλά προβλήματα και θα διευκόλυνε τη ναυσιπλοΐα και το εμπόριο.
Έργο πολυδιαφημισμένο και πρωτοποριακό για την εποχή του αποτέλεσε τον συνδετικό κρίκο «δύο Ελλάδων », ένα σημείο εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας και «ομφάλιο λώρο» της Ανατολικής και Δυτικής Μεσογείου, με χιλιάδες πλοία να το διαπλέουν κάθε χρόνο.
Η νευραλγική του θέση ήταν ήδη αντιληπτή από την αρχαιότητα όπου ήδη είχε κατασκευαστεί ένα τείχος, ενώ η ιδέα της διώρυγας υπήρχε ήδη από την εποχή του Περίανδρου, το 602 π.Χ.
Ο πρώτος που προσπάθησε την υλοποίησή του ήταν ο Νέρων, το 66 μ.Χ., σε σχέδια του Ιούλιου Καίσαρα και του Καλιγούλα. Μετά το θάνατο του Νέρωνα, συνέχισε την προσπάθεια ο Ηρώδης ο Αττικός, ο οποίος όμως την εγκατέλειψε.
Χρειάστηκε, ωστόσο, να περάσουν σχεδόν 2.000 χρόνια μέχρι να υλοποιηθεί αυτό το μεγαλόπνοο σχέδιο και αφού πρώτα περάσει από «σαράντα κύματα», καθυστερήσεις και καταστάσεις που στη μετέπειτα πορεία της ελληνικής κοινωνίας θα αναδειχθούν σε τόσο… οικείες.
Για την ακρίβεια την ίδια ημερομηνία όπου εορτάζονταν τα εγκαίνια της Διώρυγας του Σουέζ, στις 17 Νοεμβρίου 1869, η ελληνική κυβέρνηση του Θρασύβουλου Ζαΐμη πέρναγε τον νόμο «Περί διορύξεως του Ισθμού της Κορίνθου» παραχωρώντας το δικαίωμα κατασκευής και διαχείρισης του έργου για τα επόμενα 99 χρόνια στους Γάλλους μηχανικούς Πιά και Σολέ, οι οποίοι στη συνέχεια ίδρυσαν την εταιρεία «Societe d” etudes du canal maritime de Corinthe».
Μπορεί αυτό να ήταν το πρώτο βήμα, ωστόσο, λόγο οικονομικών και άλλων παραμέτρων ακολούθησε μια περίοδος αδράνειας για να φθάσει η ελληνική πλευρά, μέσω βασιλικού διατάγματος,το 1881, να αναθέσει εκ νέου το έργο στον στρατηγό Τούρ, ουγγρικής καταγωγής, και επίτιμο υπασπιστή του βασιλιά της Ιταλίας.
Ιδρύεται η εταιρεία «Societe internationale du canal maritime de Corinthe» και τα πρώτα σχέδια αρχίζουν να εμφανίζονται, ενώ στις 4 Μαΐου 1882 ο βασιλιάς Γεώργιος εγκαινίασε την έναρξη των εργασιών. Το έργο διαφημίστηκε αρκετά, απασχόλησε την επικαιρότητα, ωστόσο, χρειάστηκε η καίρια παρέμβαση ενός μεγάλου Ελληνα ευεργέτη για να ολοκληρωθεί.
Η συμβολή του Ανδρέα Συγγρού
Μέχρι το 1887 το έργο προχωρούσε ομαλά, ωστόσο, οι πρώτες δυσκολίες ανάγκασαν τον στρατηγό Τουρ να ζητήσει παράταση της προθεσμίας για την αποπεράτωση των εργασιών η οποία και έγινε δεκτή από την ελληνική κυβέρνηση.
Ωστόσο, μια σειρά από σημαντικά γεγονότα, όπως το «σκάνδαλο του Παναμά» που είχε ως αποτέλεσμα να σταματήσει η προσπάθεια της διάνοιξης της εκεί διώρυγας και η πτώχευση της εταιρείας Comptoir d” Escompte δυσχέραναν σημαντικά την εξεύρεση νέων κεφαλαίων για την ολοκλήρωση της διώρυγας.
Ετσι, το Μάϊο του 1890 επεμβαίνει ο Ανδρέας Συγγρός, ο οποίος με δικά του κεφάλαια ιδρύει την εταιρεία «Εταιρείας της διώρυγος της Κορίνθου» με σκοπό να φέρει εις πέρας το τεράστιο αυτό έργο.
Η Διώρυγα, για τη δημιουργία της οποίας είχαν χρησιμοποιηθεί 2.500 εργάτες και τα τελειότερα μηχανήματα της εποχής, έχει μήκος 6.346 μ, πλάτος στην επιφάνεια της θάλασσας 24,6 μ, στο βυθό της 21,3 μ, ενώ το βάθος της κυμαίνεται από 7,50 έως 8 μ.
Στη Διώρυγα λειτουργούν δύο βυθιζόμενες γέφυρες. Μία στην Ποσειδωνία και μία στην Ισθμία που εξυπηρετούν την επικοινωνία μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου.
Η λειτουργία απλή και επιβλητική: Η γέφυρα εξαφανίζεται στη θάλασσα, το κόκκινο φανάρι ανάβει και το καράβι περνάει. Αν είναι μεγάλο θα χρειαστεί τη συνδρομή μιας πιλοτίνας για να το οδηγήσει έως την άλλη πλευρά.
Το «κοσμικό γεγονός» της εποχής
Οπως ήταν αναμενόμενο όσο πλησίαζε η ώρα των επίσημων εγκαινίων τα τότε μέσα ενημέρωσης είχαν πάθει πραγματική «φρενίτιδα» με το έργο και ήδη από τον Ιούνιο του 1893 περιέγραφαν την πρώτη εισροή υδάτων στη διώρυγα.
Το πρόγραμμα των εγκαινίων, παρουσία της ελίτ της εποχής, της βασιλικής οικογένειας και πλήθους κόσμου είχε ανακοινωθεί στις εφημερίδες ήδη από την παραμονή.
Είχαν, μάλιστα, τεθεί στη διάθεση όσων επιθυμούσαν να παραβρεθούν αμαξοστοιχίες από Πειραιά, την Αθήνα και την Κηφισιά που θα αναχωρούσαν για τον Ισθμό.
Το πρωί της 25 Ιουλίου 1893 ο Ανδρέας Συγγρός σε μια λαμπρή τελετή γεμάτη κάθε επισημότητα, «σχετική αξιοπρέπεια» όπως περιγράφει ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του, παραδίδει το χρυσό ψαλίδι στην στην βασίλισσα Ολγα για να κόψει την γαλανόλευκη ταινία και ένα από το πιο σπουδαία έργα υποδομής στην ιστορία της Ελλάδας παίρνει «σάρκα και οστά».
Τις επόμενες ημέρες ο ελληνικό Τύπος περιγράφει με κάθε γλαφυρότητα τα όσα συνέβησαν στα εγκαίνια: την αναχώρηση του βασιλικού πλοίου «Σφακτηρία» συνοδεία στόλοι πολεμικών και ιδιωτικών πλοίων, τη συρροή κόσμου, τον λόγο του βασιλιά Γεωργίου Α’, τον αγιασμό από τον Μητροπολίτη Κορινθίας, το λόγο του Ανδρέα Συγγρού και άλλα πολλά.
Μάλιστα τα εγκαίνια έχουν αποτυπωθεί με τρόπο εντυπωσιακό και στον πίνακα του Κωνσταντίνου Βολανάκη, αλλά και σε αρκετά σκίτσα της εποχής.
Οι ανακαλύψεις, τα εκατομμύρια ταξιδιώτες και οι πιο ριψοκίνδυνοι άνθρωποι
Ο Ισθμός όπως μάθαμε όλοι να αποκαλούμε το έργο θα αποτελέσει από εκείνη την ημέρα έως και σήμερα σημείο τομής στην ελληνική επικράτεια, αγαπημένο τόπο για ευχάριστα διαλείμματα, φωτογραφίες και…. σουβλάκια από εκατομμύρια ταξιδιώτες, αλλά και το σκηνικό για αρκετές ριψοκίνδυνες προσπάθειες.
Χαρακτηριστικό είναι πως το 1981 μοτοσικλετιστές αποφάσισαν να ακροβατήσουν πάνω από τη διώρυγα με στόχο να συγκεντρώσουν χρήματα για τους σεισμοπαθείς της περιοχής, ενώ αξέχαστο θα μείνει το άλμα του Αυστραλού αθλητή Ρόμπι Μάντισον, ο οποίος, το 2010, πήρε φόρα από τη ράμπα απογείωσης και πέταξε πάνω από τα νερά του Ισθμού σε ύψους 95 μέτρων.
Πίσω στον 19ο αιώνα, τα έργα διάνοιξης της διώρυγας έφεραν στο φως και αρκετά σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα όπως η μεγάλη ρωμαϊκή πύλη της εισόδου των αρμάτων, από την εποχή του Νέρωνα, ορισμένες επιγραφές και γλυπτά εξαιρετικής σημασίας.
Το σημείο που ένωσε την Ελλάδα «χωρίζοντάς» την
Παρά το γεγονός πως εξαιτίας των υπερσύγχρονων μέσων μεταφοράς η «κίνηση» μέσα στη Διώρυγα έχει ατονήσει, ο Ισθμός θα παραμένει για πάντα στο σημείο αυτό αγέρωχος, αποτυπώνοντας όλα τα κομμάτια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και «χαιρετώντας» τα εκατομμύρια των ανθρώπων με τις διαφορετικές ιστορίες που τον έχουν διασχίσει.