↵
Η γυναικεία Μονή της Παναγίας Μαλεβής.
Η πρώτη ίδρυσης της Μαλεβής εις τους Κανάλους
(Λαϊκή αφήγησις)
Το πρώτο Μοναστήρι της Μαλεβής ήταν κτισμένο σε υψηλό μέρος του Μαλεβού που σήμερα το λέμε Κανάλους εκεί ήταν κτισμένο και απομονωμένο μέσα στα απάτητα δάση του Μαλεβού.
Το πρώτο Μοναστήρι ιδρύθηκε το 717 επτακόσια δέκα επτά μ.Χ. στο βιβλίο χρονολογίας Ιερών Μονών αναφέρεται ότι το πρώτο Μοναστήρι ανεγέρθη το 717. Και μια χρονιά πέθαναν όλοι οι Μοναχοί οι ευρισκόμενοι εις το Μοναστήρι και ο τελευταίος από αυτούς βλέποντας το μοιραίον τέλος άφησε ένα σημείωμα που κατέληγε αποθνήσκω εν μέσω της βοής των ελάτων.
Αυτή τη φράση αυτολεξεί έλεγαν οι επιστρέψαντες Μοναχοί από τα Μετόχια. Από τότε απεφάσισαν οι Μοναχοί να εγκαταλείψουν το Μοναστήρι των Καναλών και να κτίσουν άλλο χαμηλότερα.
Το όρος Πάρνων έχει υψόμετρο 1937 επάνω στην τεράστια έκταση του Πάρνωνα ιδρύθηκαν στα παλαιά χρόνια και υπάρχουν σήμερα και αποδεικνύονται τα ερείπια 70 εβδομήντα περίπου χριστιανικών Μονών.
Η Μονή επί του Πάρνωνος
Η επί του Πάρνωνος Μονή Μαλεβής είναι ένα από τα αρχαιότερα Μοναστήρια της περιοχής. Επειδή η τιμή και προσκύνησις της Θεοτόκου ήταν η πιο σπουδαιότερη γι αυτό και oι ασκηταί πολλά Μοναστήρια ίδρυσαν στη μνήμη της τιμώντας την γέννηση της Θεοτόκου μεταξύ των Μοναστηριών προς τιμήν της Παναγίας είναι η επί τον Πάρνωνος Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Επειδή τούτο ήταν παλαιότερα κτισμένο στην τοποθεσία Καναλόνι που πλησιάζει στην κορυφή του Μαλεβού. Έτσι και η Παναγία του Μαλεβού έγινε σιγά σιγά Παναγία Μαλεβή ή απλά Μαλεβή.
Η επανίδρυσης της σημερινής Μαλεβής καθώς ‘τούτο σημειώνεται στην ιστορική επιγραφή του καθολικού της Μονής η οποία είναι εντοιχισμένη εις την πρόσοψιν της εκκλησίας έγινε από το Σιταινιώτη Ιερομόναχον Ιωσήφ Καρατζά. Γράφει δε λεπτομερώς ως εξής το περιεχόμενο της Πινακίδας
ΑΝΗΓΕΡΘΗΚΕΝ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ Ο ΘΕΙΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΟΥΤΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΗΣ ΜΑΛΒΗΣ ΔΙΑ ΚΟΠΩΝ ΚΑΙ ΜΟΧΘΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΤΩΝ ΟΣΙΟΤΑΤΩΝ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΩΝ ΚΑΙ ΙΩΣΗΦ ΚΑΡΑΤΖΑ ΗΓΟΥΜΕΝΟΝ ΑΠΟ ΧΩΡΙΟΝ ΣΙΤΑΙΝΑ 1916
Η ενταύθα Ιερά Μονή αναγράφεται εις την πινακίδα ότε εκτίσθη το 1116 χίλια εκατόν δέκα έξι η παλαιά εκτίσθη το 717.
Η Θαυματουργός Εικών
Η θαυματουργός Εικών όπως εκ παραδόσεως γνωρίζομεν είναι μία από τις εβδομήκοντα εικόνες που ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Την εικόνα αυτή την έφεραν μαζί τους oι κάτοικοι του Αγίου Όρους που ήρθαν και εκατοίκησαν εδώ στην Κυνουρία. O ερχομός των δε εδώ αναφέρεται εις το 28ον κεφάλαιον του Τυπικού του Τσιμισκή το έτος 971. Η εικόνα ήταν στο πρώτο Μοναστήρι εκεί ψηλά στους Κανάλους.
Μετά το τραγικό τέλος των Μοναχών που απέθαναν από το πολύ κρύο και την βοή του αέρα η εικόνα έφυγε μόνη της και ήρθε εις την θέσιν που είναι σήμερα. Εδώ ήταν πολλά βάτα εκεί μέσα στα βάτα εκάθησε και δίπλα της έκαιγε ένα καντήλι.
Τι καντήλι ήταν αυτό; Ήταν καντήλι φυσικό; Όχι, ήταν καντήλι θεϊκό που εφώτιζε τη νύκτα στη θέση που ήταν η εικόνα. Τρεις φορές επήραν την εικόνα και την πήγαν στην θέση της στους Κανάλους και πάλι έφευγε και ερχόταν πάλι εδώ μέσα στα βάτα με το θεϊκό φως που την εφώτιζε.
Oι πατέρες τότε απεφάσισαν να κτίσουν το Μοναστήρι εδώ στη σημερινή του θέση και ετοποθέτησαν την εικόνα στη θέση που η ίδια είχε διαλέξει. Το έκτισαν δε το έτος 1116. Το ασημένιο δε επικάλυμα της εικόνος το έχουν βάλει από το έτος 1362 καθώς αναγράφεται επί της θαυματουργού εικόνος.
Πώς ενεφανίσθη το Άγιον Μύρον
Εκείνο το οποίον έχει βαθύτατα συγκινήσει την ψυχή μου και με έχει κυριολεκτικά ταράξη είναι το ουράνιον, το θείον Μύρο, το υπέρκόσμιον τούτο Μύρο το οποίον αναβλύζει εκ της θαυματουργού ταύτης εικόνος.
Πόσοι και πόσοι αλήθεια δεν ηθέλησαν να εξετάσουν και να βρουν την σύνθεσίν του στο τέλος έμειναν άφωνοι και κατησχημένοι διότι όσες προσπάθειες και αν έκαμαν έμειναν άπρακτοι.
Το Μύρον τούτο δεν έχει όμοιόν του επί της γης. Το Μύρον αυτό δεν ομοιάζει με το Μύρον το οποίον αναβλύζουν διάφοροι Άγιοι.
Eίναι πρωτοφανές Μύρον το οποίον ο γλυκύς μας Ιησούς εχάρισε ως πολυτιμώτατον δώρον εις την Αειπάρθενον Μητέρα Του.
Και ακούσατε πώς ενεφανίσθη. Το 1964 πριν ακόμα τρέξη το Άγιον Μύρον στην εικόνα της Θεοτόκου 20 ημέρας ευωδίαζε εξαίσια και υπερβολικά σε όλο το Μοναστήρι. Η εικόνα ευωδίαζε αλλά στην αρχή δεν καταλάβαμε ότι πρόκειται περί θαύματος και η μία ερωτούσε την άλλη «ερίξατε αρώματα στις εικόνες;». αλλά καμμιά δεν ήξερε τίποτα.
Ερωτήσαμε και τον Πατέρα Στυλιανό «τι σας μυρίζει Πάτερ;» «Τι μου μυρίζει: τα αρώματα που έχετε βάλει». «Πάτερ -είπαμε- δεν εβάλαμε τίποτα».
Ο Δημήτριος Καλίτσης που είχε έρθη από τον Άγιο Πέτρο μας είπε «η Παναγία μυρίζει». Η ευωδία συνεχιζόταν ήταν τόσο δυνατή που ήμουν ένα βράδυ έξω στην ταράτσα που είπα, «Παναγία μου τι είναι αυτό το πράγμα θά ανοίξη κανένα ποτάμι να μας πνίξη».
Την Παρασκενή των τελευταίων Χαιρετισμών 17 Απριλίου 1964 είχαν έρθει και προσκυνηταί για την Αγρυπνία. Ενεφανίσθησαν oι πρώτες σταγόνες. Η αδελφή Θεονύμφη τις είδε πρώτη, έτρεξαν και oι Προσκυνηταί και τις είδαν.
Την Κυριακή Ε’ τών νηστειών μετά τον εσπερινό ήρθε η αδελφή Θεοδούλη κάπως ταραγμένη και εκάθησε σε μια πολυθρόνα στο χειμωνιάτικο καί είπε «αδελφή Μαριάμ για πήγαινε στην εκκλησία στην Παναγία, κάπως σαν οφθαλμαπάτη μου φάνηκε, να δης τι είναι».
Εγώ δεν είχα πάει στον Εσπερινό λόγω υπηρεσίας. Ετρέξαμε στην εκκλησία, εγώ επήρα μια λαμπάδα και κύταγα την εικόνα και είδα την Παναγία να ανοιγοκλείνη το στόμα της και να τρέχη όπως τρέχει η βρύση μπούρπουλας. Όταν άνοιγε το στόμα της έτρεχε προς τα επάνω πολύ όπως τρέχει η βρύση και όταν έκλεινε το στόμα της εκοβόταν. Και όταν ξανάνοιγε το στόμα της έτρεχε πάλι σαν βρύση αλλά προς τα επάνω. Και το χρώμα του νερού ετρύπαγε το τζάμι σαν να μην ήτανε τίποτα καί έτρεχε κάτω. Το προσκυνητάρι είχε γεμίση αλλά έξω από το τζάμι που έτρεχε ήταν το χρώμα σάν γάλα.
Εταραχθήκαμε, εφοβηθήκαμε και είπαμε τι είναι αυτό το πράγμα, και δεν κοιμηθήκαμε τη βραδυά εκείνη. Την Δευτέρα το πρωί ήρθε ο Παναγιώτης Κολοβός Αγροφύλακας από τον Άγιο Πέτρο. Επήγε να προσκυνήση την Παναγία και ήρθε και μας είπε πως η Παναγία έχει σταγόνες έξω από το τζάμι. Επήγαμε οι αδελφές και είδαμε μερικές σταγόνες απ’ έξω από το τζάμι και το χρώμα ήταν το χρώμα του ουρανού, γαλάζιο, αλλά η ευωδία μία ευωδία ήταν πολύ δυνατή.
Το απόγευμα ήρθε και η γερόντισσα Παρθενία που έλειπε και της διηγηθήκαμε τι είδαμε και έμεινε έκπληκτη, δεν ήξερε τι να μας πη. Τι ήταν αυτό το θαύμα; Διότι στα θαύματα της Παναγίας που έχουμε διαβάσει παρόμοιο θαύμα δεν είχαμε δει.
Την άλλη ημέρα πάλι έτρεξε η εικόνα μερικές σταγόνες που τις εβλέπαμε που έρχονταν από μέσα προς τα έξω. Δεν τις εμπόδιζε το τζάμι και έτρεχαν κάτω στο προσκυνητάρι. Το χρώμα ήταν σαν το κατακάθαρο διαμάντι και η ευωδία μία. Την άλλη μέρα την Τετάρτη αρχίζει συνέχεια να τρέχη κατά διαστήματα πολλές φορές την ημέρα. Το χρώμα ήταν σαν την χρυσή τη λίρα κίτρινο όπως είναι σήμερα κίτρινο σαν λάδι, έτρεχε πολλές φορές και πολύ τόσο που εβάλαμε σε ένα φιαλίδιο μέχρι μισό, το εσφραγίσαμε και την άλλη μέρα δεν είχε τίποτα το φιαλίδιο.
Στο πρωτοφανές τούτο θαύμα ετρομοκρατηθήκαμε και εκλαίγαμε. Δεν ηξέραμε τι σημείον ήταν αυτό και τι έννοια είχε; Καλό θά ήταν; Καταστροφή; τι να λέγαμε.
Η έκτη εβδομάς των Νηστειών η εβδομάς των Βαΐων ήταν για εμάς ημέρες θρήνων και κλαυθμών.
Μιά ημέρα εκτυπάγαμε τις καμπάνες όλη την ημέρα αλλά κανείς δεν ήρθε. Τις άκουγαν τις καμπάνες όπως μας είπαν αργότερα αλλά δεν ήρθαν. Είμαστε μόνες. Ειδοποιήσαμε την Μητρόπολη ήρθαν οι Ιερείς της Μητροπόλεως, έβγαλαν την εικόνα από το Προσκυνητάρι, την εσκούπησαν, την επιθεώρησαν και πληροφορήθηκαν οι ίδιοι με τα μάτια τους το θαύμα της Παναγίας.
Ήρθε η αστυνομία, ήρθε κόσμος, άρχισαν από τα χωριά να έρχονται κούρσες, μοτοσυκλέτες, άλλοι με ζώα, άλλοι πεζοί και προσκυνούσαν την Παναγία.
Η αστυνομία έβγαλε τον κόσμο έξω, έμεινε μόνη, έκλεισαν την εκκλησία, εμείς δεν είδαμε τι έκαμαν, ο ίδιος ο αστυνόμος μας επληροφόρησε ότι όταν την εσκούπισε την εικόνα του πέταξε η Παναγία το Μύρο στο πρόσωπό του καί είπε «πιστεύω Παναγία μου». Εμύρισαν oι εικόνες, εμύρισαν τα στασίδια, ολόκληρη η εκκλησία, ολόκληρο το Μοναστήρι. Τα αυτοκίνητα που έπαιρναν Άγιο Μύρο, ο κόσμος όλος ευωδίασε που έπαιρνε το Μύρο που τους δίναμε με βαμβάκι.
Η ευωδία έφθανε ως το δρόμο κάτω, πολύ δυνατή ευωδία. Ο τρόπος που έτρεχε η εικόνα πρώτα ήταν κατακάθαρο το τζάμι, συνέφιαζε μέσα από το τζάμι. Το βλέπαμε εγινόταν ύστερα σταγόνες μεγάλες, επέρναγε το τζάμι σαν να μην ήταν το τζάμι τίποτα και έτρεχε έξω. Έτρεχε κάτω στο προσκυνητάρι και πολλές φορές την ημέρα έφτανε κάτω στο δάπεδο και το εμαζεύαμε στα βαμβάκια και το έπαιρνε ο κόσμος. Ήταν μεγάλη η συγκίνησίς μας, διαβάζαμε συνέχεια Χαιρετισμούς της Παναγίας και Παρακλήσεις. Ήρθε η Μεγάλη Εβδομάδα και εδιαβάζαμε Χαιρετισμούς. Ελέγαμε «δεν χαιρετίζουν την Παναγία Μεγάλη Εβδομάδα» αλλά τόση μεγάλη ήταν η συγκίνησίς μας που εδιαβάζαμε όλη την Μεγάλη Εβδομάδα. Έτρεχε η εικόνα κατά διαστήματα πολλές φορές την ημέρα. Το Άγιον Πάσχα εσταμάτησε να τρέχη. Την διακαινήσιμο εβδομάδα δεν έτρεχε, άρχισε και πάλι την εβδομάδα του Θωμά κατά τον ίδιο τρόπο.
Χρώματα μας άλλαζε τέσσερα, όπως είπα προηγουμένως, χρώμα σαν γάλα, χρώμα γαλάζιο, χρώμα σαν διαμάντι και το χρώμα το κίτρινο που έμεινε σταθερό, δεν ξανάλλαξε. Μια φορά είδα εγώ -έμεινα έως τα μεσάνυχτα στην Παναγία- εβγήκε μέσα από την εικόνα μια σταγόνα μεγάλη σαν αίμα κόκκινη και επέρασε το τζάμι σαν να μην ήταν τίποτα και εβγήκε απέξω, έμεινε εκεί, δεν την πείραξα το πρωί εσηκώθηκα πιο πρώτα από τις αδελφές, επήγα στήν εκκλησία η σταγόνα απέξω στην εικόνα ήταν ξερή. Μετά την Ακολουθία την εξύσαμε και εβγήκε ξερή σαν αίμα αλλά η ευωδία πάντα ίδια. Όταν έτρεχε η εικόνα έως κάτω στο δάπεδο πολλές φορές μου ερχόταν σαν ξίφος και μου έσκιζε τα μέσα μου. Έτρεχα και πήγαινα και προσκυνούσα την Παναγία τότε όπου και αν ευρισκόμουν αλλιώς δεν μπορούσα. Το Μύρο το μαζεύαμε από το έδαφος. Άλλοτε η ευωδία του Μύρου ερχόταν με άλλον τρόπο, ερχόταν κύματα-κύματα, το αισθανόσουν ότι δεν ήταν κάτι το φυσικό. Μια άλλη μυρωδιά φυσική είτε αρώματα ή ότι άλλο μυρίζει σταματά. Αυτή η ευωδία του Μύρου της Παναγίας δεν ήταν σαν και αυτές, δεν την εμπόδιζαν τα ντουβάρια να έβγη έξω είτε έξω να έρθη μέσα. Όπως ο Κύριος δεν τον εμπόδισαν oι σφραγίδες και ο λίθος του μνήματος. Το ίδιο δεν εμπόδισε την ευωδία και το Μύρο να έλθη από έξω προς τα μέσα ούτε από την εικόνα που την βλέπαμε που έβγαινε το Μύρο δεν το εμπόδισε το τζάμι και ο τρόπος της ευωδίας του Μύρου δεν ήταν φυσική ερχόταν κύματα-κύματα για να μην αφήση την παραμικρή αμφιβολία και στον πιο άπιστο.
Ασυγκίνητος δεν έμεινε κανείς, προσευχές και δεήσεις και ικεσίες και δάκρυα στην Παναγία σχεδόν όλοι oι προσκυνηταί, όλος ο κόσμος.
Τοποτηρητής ήταν ο Χρυσόστομος Ναυπλίου μετά τον θάνατον του Δεσπότη Γερμανού Ρουμπάνη. Λίγο εκάθησε τοποτηρητής ο Δεσπότης Ναυπλίου και ήρθε τοποτηρητής ο Δεσπότης Σπάρτης Κυπριανός.
Ήλθε εδώ στη Μονή μας, επιθεώρησε την εικόνα, επληροφορήθη ο ίδιος το θαύμα και είπε «ευλογημένον το όνομα της Θεοτόκου. Το θαύμα της Θεοτόκου να διαδίδεται».
Αστυνομικοί και Χημικοί σπεύδουν να διαπιστώσουν την προέλευσιν του Αγίου Μύρου
Το 1969 ήρθε ο ανώτατος διοικητής χωροφυλακής Τριπόλεως με τον διοικητή του Άστρους, επιθεώρησαν την εικόνα και όπως είπε στους Αγιοπετρίτες ο διοικητής ότι ουδεμία νοθεία υπάρχει δεν ήταν και αυτός θεοφοβούμενος προηγουμένως αλλά όταν είδε ο ίδιος το θαύμα με τα δικά του μάτια είπε: «Μεγάλος Θεός υπάρχει».
Και ένας Χημικός Τριπόλεως επήρε να κάμη χημική ανάλυση στο Μύρο της Παναγίας είδε θαυματουργική δύναμη δεν είδε τίποτα το φυσικό ανεβόησε «Μέγας Θεός υπάρχει».
Το Μύρον της Παναγίας λίγα χρόνια ήταν κατ’ αυτόν τον τρόπον όπως είπα παραπάνω. Όπως ήταν κατακάθαρο το τζάμι εσυνέφιαζε μέσα από το τζάμι εγινόταν σταγόνες μεγάλες και έβγαινε από το τζάμι, το ετρύπαγε, το βλέπαμε που έβγαινε και έτρεχε κάτω. Το μαζεύαμε με βαμβάκια και το δίναμε για ευλογία στον κόσμο ύστερα από λίγα χρόνια έγινε ένας μεγάλος σεισμός και από τότε τρέχει διαρκώς το τζάμι, είναι διαρκώς βρεμένο, δεν στεγνώνει, το σκουπίζουμε και σε λίγες ώρες πάλι γεμίζει.
Το θαύμα της Παναγίας δεν ήταν διαδεδομένο πολύ μακρυά. Η περιοχή γύρω το εγνώριζε και λίγο μακρύτερα. Ύστερα από 6 χρόνια ήλθε ο Δημήτριος Παναγόπουλος το 1970, Ιούλιον μήνα από τας Αθήνας άνθρωπος ευσεβής και κήρυξ του θείου λόγου. Ο πολύς κόσμος τον γνωρίζεt από τα κηρύγματά του και από την σεμνότητα του βίου του. Αυτός ο κήρυξ του Θείου λόγου διέδωσε το θαύμα της Θεοτόκου σε ολόκληρο τον κόσμο σε φυλλάδιον που εκδίδει μία φορά το μήνα «Αγία Μαρίνα». Αρχίζουν πλέον να έρχωνται προσκυνηταί από την πρωτεύουσα, από ολόκληρη την Ελλάδα και από το εξωτερικό και όσοι δεν μπορούν να έλθουν μας στέλνουν γράμματα και ζητούν το Άγιον Μύρο της Παναγίας. Το Άγιο Μύρο θαυματουργεί, πολλοί ασθενείς θεραπεύονται.
Η γερόντισσα Παρθενία
Από το 1960 που ανέλαβε ως Ηγουμένη έχει φτιάσει έξι εκκλησίες. Τον Άγιο Νείλο το Μυροβλύτη όπου ήταν πρώτα το κελί του Αγίου. Τον Άγιο Γεώργιο που είναι το νεκροταφείο. Τον Άγιο Χαράλαμπο στο μετόχι του Μοναστηριού στο Κορακοβούνι. Τον Άγιο Νεκτάριο. Και τώρα έφτιασε τη μεγάλη εκκλησία τρισυπόστατη την Κοίμηση της Θεοτόκου, η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος και τα Εισόδια της Θεοτόκου. Και η κάτω Εκκλησία είναι τρισυπόστατη.
Η εορτή της Παναγίας μας
Στην Εορτή της Παναγίας όπως κάθε χρόνο κάνουμε αγρυπνία στη μικρή εκκλησία· φέτος το 1994, 15 Αυγούστου, η αγρυπνία έγινε στη Μεγάλη Εκκλησία, σε μια εκκλησία ολόλαμπρη καταστολισμένη. H θαυματουργός Εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε στη μεγάλη εκκλησία στο προσκυνητάρι και την επροσκυνούσε ο κόσμος, οι χριστιανοί. Το απόγευμα 6 η ώρα έγινε ο μικρός εσπερινός, στις 9 και μισή το βράδυ oι καμπάνες της μεγάλης εκκλησίας χτυπούσαν αρμονικά. Ψάλλουν, χτυπούν πολλές φορές κατά διαστήματα σε λίγο αρχίζει ο μεγάλος εσπερινός μετά τον εσπερινό γίνεται ευχέλαιο. Μετά το ευχέλαιο αρχίζει ο όρθρος, η λιτή ο Εξάψαλμος, ο πολυέλαιος της Παναγίας, καθίσματα, κανόνες, τελειώνουμε το μηνολόγιο και ψάλλουμε τα εγκώμια της Παναγίας, καταβασίες, ενάτη, Αίνους μετά τη δοξολογία και ενώ ψάλλουμε το Άγιος ο Θεός πολύ αργά εξερχόμεθα με τον επιτάφιο της Παναγίας μας έξωθεν της μεγάλης εκκλησίας κρατώντας όλοι λαμπάδες αναμένες.
Και ενώ oι καμπάνες της μεγάλης εκκλησίας και τα σήμαντρα της μικρής κτυπούν πανηγυρικά αρχίζει μετά μεγάλης συγκινήσεως η περιφορά του επιταφίου. Του μικρού επιταφίου προπορεύονται ο Τίμιος Σταυρός και το χρυσοκέντητο λάβαρο της Κοίμησης της Θεοτόκου. Τα φαναράκια καθώς και οι αδελφές με τους ιερείς και ενώ ψάλλομεν το Άγιος ο Θεός εν μέσω πανηγυρικών κωδωνοκρουσιών αρχίζει η περιφορά του επιταφίου. Αλήθεια πόσο συγκινητικές είναι αυτές oι στιγμές μέσα στην απέραντη σιγαλιά της νύκτας. Στις 5 το πρωί θα τελειώσει η Θεία Λειτουργία θα επακολουθήσει ομιλία για την εορτή της Παναγίας μας. Θα κοινωνήσουν oι αδελφές και οι πιστοί μετά τη Θεία Λειτουργία θα ησυχάσουμε. Στις 7 η ώρα έχουμε και δεύτερο ιερέα επακολουθεί και δεύτερη Λειτουργία επειδή άλλοι χριστιανοί έρχονται από μακρυά και δεν μπορούν να έρθουν για την αγρυπνία συνεχίζουμε με άλλον ιερέα δεύτερη Θ.Λειτουργία ώστε και αυτοί που έρχονται από μακρυά να λειτουργηθούν και να κοινωνήσουν.
Την ίδια μέρα θα κάνουμε τον εσπερινό ενωρίς μετά τον εσπερινό θα πάρουμε την εικόνα, την Κοίμηση που έχουμε κάτω από τη Μυροβλύτισσα Παναγία, τίς λαμπάδες, το θυμιατό εμπρός, το τάλαντο, τα σήμαντρα και oι καμπάνες χτυπούν, βγαίνουμε από την εκκλησία και προχωρούμε επάνω στη σκάλα και πηγαίνουμε για το σαλόνι εμείς oι αδελφές και όσοι τύχει να είναι αυτή τη στιγμή ψάλλουμε εν τη γεννήσει την Παρθενίαν…και oι καμπάνες ψάλλουν εν τη γεννήσει την Παρθενίαν εφύλαξας… και άλλους ύμνους. Στο δρόμο θα σταματήσουμε στο σαλόνι. Θα ευχηθούμε για την εορτή της Παναγίας μας χρόνια πολλά και για την εορτή της γερόντισσας που λέγεται Παρθενία επίσης θά ευχηθούμε και στις άλλες αδελφές που έχουν το όνομα της Παναγίας· τους ευχόμεθα χρόνια πολλά, να ζήσουν με αρετή, μετά θά φιληθούμε και θα ψάλλουμε ύμνους του Μοναχισμού η τελετή μας τελειώνει μέ λίγα λόγια για το Μοναχισμό.
Πηγή :www.ecclesia.gr